Ανάμεσα στους αγίους, τους οποίους θυμόμαστε δυο βδομάδες πριν τα Χριστούγεννα, βρίσκονται και τα ονόματα του προφήτη Δανιήλ και των τριών νεαρών μαζί του, τους οποίους πέταξαν σε μια κάμινο γεμάτη με φωτιά, γιατί είχαν αρνηθεί να λατρέψουν τα είδωλα.
Για τον πορφήτη Δανιήλ θα ήθελα να πώ τα εξής: Τον είχαν πετάξει στα άγρια ζώα, για να τον κατασπαράξουν, επειδή είχε αρνηθεί να περάσει μια μέρα χωρίς προσευχές. Αρνήθηκε να σώσει τη ζωή του για να μην κάνει κάτι, που κάνουν πολλοί άνθρωποι εύκολα κάθε μέρα. Μένουν χωρίς να προσκυνήσουν τον Θεό, χωρίς να δοξάσουν το όνομά Του, χωρίς να Του εκφράσουν την αφοσίωσή τους, χωρίς να προσευχηθούν για τους ανθρώπους, να κλάψουν γι αυτούς μπροστά στο θρόνο του Θεού. Ο προφήτης Δανιήλ το θεωρούσε αδύνατον, και μάλιστα για να σώσει τη ζωή του. Αξίζει να διαλογιστούμε πάνω σ΄αυτό ...
Σχετικά με τους νεαρούς, τους οποίους πέταξαν στην κάμινο, θέλω να πώ δυο πράγματα. Και αυτοί ήταν πρόθυμοι να καούν ζωντανοί παρά να λατρέψουν τα είδωλα, ένα άγαλμα του αυτοκράτορα, μια εικόνα της επίγειας εξουσίας, και έτσι – κατ΄επιταγή - να παρατήσουν τον Θεό για να υπηρετήσουν άλλες, επίγειες αξίες. Άραγε δεν το κάνουμε εμείς κάθε μέρα? Υπακούμε σε κάθε επιβολή, υπηρετούμε όλες τις επίγειες αξίες, προτιμώντας μια ζωή με ασφάλεια παρά την ανασφάλεια του να είμαστε άνθρωποι του Θεού!
Και το δεύτερο: Κάθε αποκάλυψη της αγιότητας ενός ανθρώπου, του μεγαλείου του ανθρώπινου πνεύματος, της απεριόριστης αφοσίωσης των ανθρώπων - όμοιων με εμας - προς τον Θεό, πάντα τη συνοδεύει μια αποκάλυψη του ίδιου του Θεού. Εκείνοι οι τρείς νεαροί αρνήθηκαν να λατρέψουν τα είδωλα και τους πέταξαν σε μια κάμινο,με τόσο τρομερή φωτιά, ώστε έκαψε αυτούς, πού την πλησίασαν από μακριά. Και ο αυτοκράτορας-βασανιστής αποφάσισε να δεί, πώς θα υποφέρουν οι νεαροί. Πλησίασε όσο μπόρεσε και ρώτησε τους συμβούλους του: Μα δεν πετάξαμε τρείς με αλυσίδες σ΄αυτή την κάμινο? Πώς είναι δύνατον να βλέπω τέσσερις να κινούνται ελεύθερα και ο Ένας από αυτούς είναι ο Υιος του Θεού? Σαν απάντηση στην αφοσίωση εκείνων των τριών νεαρών, ο Χριστός, ο Σωτήρ, κατέβηκε κοντά τους, πριν γίνει άνθρωπος, με το φώς της θεότητάς Του και σαν άνθρωπος τους ελευθέρωσε από τις αλυσίδες, τους έσωσε από τον θάνατο και τους δόξασε μπροστά στον αυτοκράπορα-βασανιστή και τους άλλους γύρω του.
Λοιπόν, τί μας λέει αυτό το γεγονός για τον Θέό? Εκεί, όπου καίει ο πόνος, όπου φλογίζει ο πειρασμός, εκεί, όπου ο τρόμος του θανάτου περικλείνει τους ανθρώπους, ο Θεός είναι ανάμεσά τους. Δεν είναι ξένος και δεν τους καλεί – σαν από έξω – να κάνουν υπομονή, την οποία δεν θα έκανε ο ίδιος, δεν τους σώζει από έξω χώρις να συμμετέχει στον πόνο τους. Ο Θεός μπήκε ανάμεσά μας, συμμετέχει σε όλα, από όσα συνίσταται η μοίρα του ανθρώπου. Έχει περάσει φλογερό πειρασμό και δοκιμασίες και τους άντεξε. Μέσα στις φλογερές δοκιμασίες δίνει ελευθερία σε όλους, όσους απομένουν μαζί Του.
Κατέβηκε στη βαθύτερη άβυσσο της ανθρώπινης κόλασης, διακήρυξε στους ανθρώπους εκεί την ελευθερία και τη νίκη του Θεού και μια καινούργια ζωή.
Άραγε μπορεί κανείς να μην προσκυνήσει έναν τέτοιο Θεό? Άραγε μπορούμε να αρνηθούμε να Τον υπηρετούμε? Άραγε μπορούμε να προτιμήσουμε οποιεσδήποτε άλλες αξίες παρά τις αξίες του Θεού και του Χριστού στη γη? Άραγε μπορούμε να αφοσιωθούμε σε άλλες δυνάμεις και όχι στην δύναμη του Χριστού?
Ας το σκεφτούμε αυτό! Πλησιάζει η μέρα της Γεννήσεως του Χριστού. Πώς θα Τον δεχτούμε? Αυτή τη μέρα κατεβαίνει στη γη, μπαίνει μέσα στη στενότητα της δημιουργίας, εισέρχεται στην παραφροσύνη του πεσμένου κόσμου, κατεβαίνει στην άβυσσο της αμαρτίας – χωρίς να αμαρτήσει, επειδή μας αγαπάει ...
Θα βρούμε μέσα μας τη μεγαλοψυχία για να ανταποκριθούμε στην αγάπη Του με τη δική μας αγάπη? Θα βρούμε και το κουράγιο, όπως ο Δανιήλ και οι εβραίοι νεαροί και οι αναρίθμητοι άγιοι, για να ακολουθήσουμε την πρόσκλησή Του να γίνομε άνθρωποί Του, άνθρωποι του Θεού? Όταν διαβάζουμε τα ονόματα των αγίων, μάλλον μας κάνουν έκπληξη τέτοια λόγια: ο ένας άγιος με τη γυναίκα του και τα δυο παιδιά τους, ο τάδε με τον αδελφό του και με κάποιους φίλους. Τέτοιους φίλους, τέτοιους αδελφούς, τέτοιες γυναίκες μπορείς να βρείς χιλιάδες. Ήταν, όπως και εμείς, εύθραστοι. Και αυτοί φοβόνταν πόνους. Και αυτοί ήθελαν να ζήσουν. Αλλά προτίμησαν την πίστη της αγάπης από την προδοσία – την προδοσία στα λίγα - και έτσι μπόρεσαν να είναι αξιόπιστοι και στα πολλά.
Ας αρχίσουμε κι εμείς με τα λίγα. Να είμαστε πιστοί στον Θεό σε όλα οσα μπορούμε να κάνουμε με τις λίγες δυνάμεις μας. Έτσι φτάνουμε στο μεγαλείο εκείνων των ανθρώπων, οι οποίοι μπορούσαν να είναι αξιόπιστοι και στα πολλά και εισήλθαν στη χαρά και στη δόξα του Θεού τους.
Αμήν